ένα φως με πλησιάζει και μου χαμογελά. επιτέλους, θα ζεις ψυχή μου, λεύτερη.

Τρίτη 3 Μαΐου 2011

του Χάους ο υιός θα σ'έχει εξαφανίσει.


ήταν αργά,μα στο ΄χα υποσχεθεί πως θα γυρνούσα.
μπορεί να σ΄είχε πάρει ο ύπνος κι είπα να βγάλω τα παπούτσια.
περπάτησα στις μύτες των δαχτύλων μου ως την κρεβατοκάμαρα,
μα σαν μπήκα μέσα,δεν σ΄είδα πουθενά.
έκανα ένα γύρω μπας κι είχες χωθεί πωθές,να με τρομάξεις.
άφαντη η παρουσία σου.
ο Τάρταρος να σ'είχε αρπάξει στα έγκατα της γης,
του Χάους ο υιός να σ'είχε εξαφανίσει;
ή κανας Φόβος τα μάτια μου΄χε κλέψει;
γιατί τούτος ήταν ο μόνος φόβος που ΄χα,
να μη χαθείς και γίνεις ένα με το χρόνο.
γιατί σα γίνατε εσείς ένα,
κι εγώ εκεί έμεινα,στου χρόνου το μισό λεπτό,
όσο δηλαδή ήτανε που σ'είχα.
εκεί πίσω γύρισα,
μπας και στο χρόνο μπορέσω να'ρθω να σε βρω.
ή μπας και χώσω τον καημό μου στου απείρου μια μικρή κρυψώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: